Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Η έναρξη του ρωσοτουρκικού Πολέμου στην οροσειρά της Ροδόπης



Το «μαύρο» 1877 για Ξάνθη και Ροδόπη!


 Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 Το 1877, χρονιά έναρξης του ρωσοτουρκικού πολέμου, ήταν μια «μαύρη χρονιά» για τις περιοχές της Ξάνθης και της Ροδόπης. Οι Τούρκοι μπέηδες, εξαγριωμένοι και ασύδοτοι, δεν λογάριαζαν ούτε μεταρρυθμίσεις ούτε ανθρώπινα δικαιώματα ούτε ισονομίες και ισοπολιτείες.
          Οι προξενικές αναφορές, μαρτυρούν το κλίμα τρόμου που επικρατούσε, όχι μόνο από τη ληστοκρατία, αλλά και από τις αυθαιρεσίες της Οθωμανικής διοίκησης. Ακριβώς εξαιτίας της κακής πορείας του πολέμου για την Τουρκία, είχε αρχίσει η διάλυση των στρατιωτικών μονάδων και οι λιποτάκτες κατέφευγαν στα βουνά επιδιδόμενοι σε ληστείες και φόνους. Οι κάμποι και τα βουνά της Θράκης, είχαν γεμίσει από λιποτάκτες, λογής- λογής άτακτους και Κιρκάσιους.
  Ο Έλληνας πρόξενος της Καβάλας Αρ. Παπαδόπουλος, ένας δραστήριος και εργατικός διπλωμάτης, που επόπτευε τις περιοχές Καβάλας Δράμας, Ξάνθης και Ροδόπης, έστειλε πολλές εκθέσεις καταμαρτυρώντας την ατμόσφαιρα τρομοκρατίας για τους Χριστιανικούς πληθυσμούς των δύο Θρακικών περιοχών.
          Στις 23 Μαΐου 1877 με έκθεσή του προς τον Έλληνα Πρόξενο της Θεσσαλονίκης περιγράφει τον εν ψυχρώ βιασμό ενός Έλληνα 30 ετών στη Γενησαία από έξι μπέηδες της Ξάνθης. Ο άτυχος Έλληνας, που το όνομά του αναφέρεται στην έκθεση, μορφωμένος και ικανός δούλευε στο μαγαζί ενός Τούρκου της Γενησαίας, με τον οποίο όπως φαίνεται είχαν διαφορές οι μπέηδες. Προ του βιασμού, μαστίγωσαν τον άτυχο Έλληνα που πλήρωνε για λογαριασμό του αφεντικού του. Αλλά τα… ανδραγαθήματα αυτών των συγκεκριμένων μπέηδων, δεν σταματούν σ΄ αυτή τη βδελυρή πράξη. Κατά τον Παπαδόπουλο:
          «Οι ίδιοι κατηγορούμενοι Βέιδες μεταβάντες κατά την εις Γκιουμουρτζίναν απουσίαν του Αρχιερέως Ξάνθης, χάριν διασκεδάσεως μετέβησαν εις το Ιχθυοτροφείον  Βορούς(Σ.Σ. η λίμνη του Πόρτο Λάγους) ένθα υπάρχει μικρά Εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Κατά την ώραν της ευθυμίας των αφήρεσαν μεγάλην εικόνα της Παναγίας εκ του ειρημένου Ναού και έθηκαν αυτήν επί σκοπώ βολής, κατά της οποίας αφού έρριψαν υπέρ τας 50 βολίδας και απέτυχον, έλαβαν την εικόνα και κατέσχισαν αυτήν εις πείσμα δια των γιαταγανίων των, ουδεμία δε καταγγελία εγένετο κατ’ αυτών δια την κακούργον τοιαύτην πράξιν των, συνεπεία απειλητικών ενεργειών των εν Ξάνθη Βέιδων προς τους εκείσε Χριστιανούς».
          Στις 26 Σεπτεμβρίου 1877 ο Παπαδόπουλος με έκθεσή του (αριθμ. Πρωτ. 437) καταγγέλλει σειρά κακουργημάτων από 400 λιποτάκτες, Κιρκάσιους και άτακτους Οθωμανούς που ζούσαν κρυμμένοι στα απάτητα δάση του Κοτζά Ορμάν και καταδυνάστευαν Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Ανάμεσα στα άλλα αναφέρει ότι στις 14 Σεπτεμβρίου ο Μιχαήλ Σχοινοποιός κάτοικος Ξάνθης επιστρέφοντας από την εβδομαδιαία αγορά του Σαρή Σαμπάν (σήμερα Χρυσούπολη) συνελήφθη στο Νέστο, όπου όχι μόνο ληστεύθηκε, αλλά ακρωτηριάσθηκε σε πολλά σημεία του σώματός του και τελικά  εκτελέσθηκε από τους ληστές.
          Την επομένη 15 Σεπτεμβρίου στο δημόσιο δρόμο στις όχθες του Νέστου κοντά στην Ξάνθη συνέλαβαν δύο Χριστιανούς τους λήστεψαν, έκοψαν τα κεφάλια τους και τα πέταξαν στον ποταμό!
          Στις 16 του μηνός- πάντα κατά τον Παπαδόπουλο- κοντά στην Ξάνθη Οθωμανοί χωρικοί που είχαν διαφορές σκότωσαν τον δικηγόρο Μουράτ Χότζια. Η τοπική αρχή της Ξάνθης συνέλαβε Χριστιανούς οι οποίοι για να απελευθερωθούν πλήρωναν όσα τους ζητούσε ο καϊμακάμης.
          Την άλλη μέρα στην αγορά της Ξάνθης πολυάριθμη ομάδα Οθωμανών με ξύλα και ρόπαλα ξυλοκόπησε τον ξυλουργό Όθωνα Μανούσο και τον αδελφό του Ιωάννη.
          Στην ίδια αναφορά ο Παπαδόπουλος σημειώνει ότι η κατάσταση των κατοίκων της Μαρώνειας εξακολουθεί να είναι οικτρή και ιδίως μετά τη μετάβαση εκεί δυνάμεως ιππικού για την καταδίωξη υποτίθεται της ληστείας. Οι Τούρκοι, το πρώτο πράγμα που έκαναν μόλις έφτασαν εκεί, ήταν να ρίξουν τα άλογά τους στα αλώνια, όπου οι Μαρωνίτες είχαν συναγμένα όλα τα δημητριακά τους. Τα άλογα φυσικά, κατέφαγαν τα πάντα. Οι Τούρκοι στρατιώτες χρειάζονταν για τη διατροφή τους 80 ερίφια ημερησίως «και ετυρράνησαν δι’ όλων των βανδαλικών βασάνων τας οποίας οι Ιεροκριταί εν Ισπανία μετεχειρίζοντο, πάντας τους κατοίκους Χριστιανούς από 15-80 ετών κρεμώντες αυτούς εκ των ποδών, θλίβοντες τους κροτάφους δια πιεστικών ξυλίνων εργαλείων, θέτοντες επί των μασχαλών αυτών ζέοντα ωά και ταύτα όπως αναγκαστικώς είπωσιν ότι ετροφοδότουν τους ληστάς. Αφού δε κατά σειράν υπέβαλον όλους τους κατοίκους υπό τιμωρίαν εξελέξαντες τους πλουσιωτέρους απήγαγον εις χωρίον (… δυσανάγνωστο το όνομα του χωριού) δια σκοπόν φορολογίας, αφήσαντες εις την πόλιν, μόνον γέροντας, γυναίκας και κοράσια και ανάλογον αριθμόν αισχροβίων χωροφυλάκων οίτινες ήδη διαπράττουσι τα αίσχιστα κατά παίδων και γυναικών και διαρπάζουσι πάν το προστυχόν εκ των ατυχών τούτων Χριστιανών κατοίκων».

  
Η Γενησέα Ξάνθης
  
Στις 5 Δεκεμβρίου 1877[1] έστειλε στο υπουργείο Εξωτερικών, έκθεση με την ακόλουθη μεταξύ άλλων περιγραφή:
          «… Την Τρίτην της παρελθούσης εβδομάδος ημέραν της εβδομαδιαίας αγοράς Γενιτζέ (σημερινή Γενησέα) 60 περίπου λιποτάκται ζεϊμπέκοι και Κιρκάσιοι καταλαβόντες την μεταξύ της πόλεως Ξάνθης και Γενιτζέ οδόν συνέλαβον και ελήστευσαν κατά πρώτον τον επιστρέφοντα εις Ξάνθην έμπορον Ιωάννην Λέρογλουν τραυματίσαντες αυτόν προηγουμένως θανασίμως δια πυροβόλων όπλων. Είτα την αυτήν ημέραν περί το εσπέρας εν τη αυτή οδώ συνέλαβον περί τους 20 άλλους Χριστιανούς κατοίκους της Ξάνθης εμπόρους και βιομηχάνους επιστρέφοντας και τούτους εις την πόλιν των εκ της αγοράς Γενιτζέ και ελήστευσαν πάντας αφέντες αυτούς εντελώς γυμνούς και τους οποίους εκράτησαν δεμένους εν τη οδώ μέχρι της νυκτός όπως μην εγκαίρως μεταβώσιν εις Ξάνθην και ειδοποιηθώσιν αι Αρχαί.
          Εις τα χωρία της επαρχίας Ξάνθης μέχρι Γκιουμουρτζίνας, ως ο εν Ξάνθη Προξ. Πράκτωρ με πληροφορεί, πλείστοι όσοι φόνοι Χριστιανών συμβαίνουσι καθ έκάστην και ληστείαι υπό των δεσποζόντων ήδη του τόπου λιποτακτών και μύριαι βιαιοπραγίαι υπό των οργάνων της Κυβερνήσεως δια την είσπραξιν των φόρων και εράνων».       

 Παλαιά καρτ ποστάλ της Κομοτηνής

Η σειρά της Κομοτηνής στα δεινά

          Η σειρά της Κομοτηνής να δεινοπαθήσει από στίφη φανατικών Τούρκων, ήρθε στις 3 Ιουλίου 1877. Ήταν μια «μαύρη μέρα» άγνωστη σήμερα στους πολλούς. Το χρονικό της, διέσωσε ο ακάματος Πρόξενος της Καβάλας Αρ. Παπαδόπουλος με ενημερωτική και αναλυτική αναφορά του προς τον Πρόξενο της Θεσσαλονίκης, με αριθμ. Πρωτ. 267, γραμμένη στις 9 Ιουλίου 1877. Είναι θα έλεγε κανείς, χρησιμοποιώντας σημερινούς όρους, ένα συγκλονιστικό και περιεκτικό ρεπορτάζ. Συγκεκριμένα έγραφε:
          «Λαμβάνω την τιμήν να φέρω εις γνώσιν υμών ότι την 3 τρέχοντος μηνός εν Γκιουμουρτζίνη οι φανατικώτεροι Μουσουλμάνοι κάτοικοι συνωμόσαντες όπως διαπράξωσιν λεηλασίας κατά των περιουσιών των συμπολιτών αυτών Χριστιανών, διέταξαν περί την μεσημβρίαν φανατικοί Μουσουλμάνοι κήρυκα, όστις περιελθών την πόλιν εκήρυξεν ότι συνεπεία τηλεγραφήματος της Υψ. Πύλης ανεπετάσθη το Σαντζιάκ Σερίφ και ότι κατά συνέπειαν πας πιστός Μουσουλμάνος δυνάμενος να φέρη όπλα υποχρεούται αμέσως να οπλισθή και δράμη υπέρ του Έθνους. Ευθύς όθεν άπαντες οι εν τη πόλει Γκιουμουρτζίνης φανατικοί Μουσουλμάνοι, ηγουμένων των υπαλλήλων του Διοικητηρίου ευρέθησαν οπλισμένοι προς αναχώρησιν, δυστυχώς ουχί δια να μεταβώσιν εις το πεδίον της μάχης, αλλ΄ όπως λεηλατήσωσι τους συμπολίτας αυτών Χριστιανούς και διαπράξωσιν μυρίας δηώσεις προς κορεσμόν του πάθους του φανατισμού των και δη διαιρεθέντες εις ομάδας ανά 5-8-12 ήρχισαν να περιτρέχωσιν τας Χριστιανικάς συνοικίας, να θραύουν τας θύρας των οικιών και να βιάζωσιν τους εν αυταίς ευρισκομένους ίνα τοις δώσωσιν όπλα και χρήματα, να αρπάζωσι τους ίππους και τους ημιόνους των, να κτυπώσιν ανηλεώς τους ανθισταμένους και να διαπράττωσιν πλείστα εγκλήματα και ταύτα επί παρουσία του ανικάνου εκείσε Διοικητού. Μετά πεντάωρον δε λεηλασίαν και αρπαγήν αι διάφοροι ομάδες αύται των κακούργων απεχώρησαν δια τα παραπλήσια Χριστιανικά χωρία, όπου και διέπραξαν ανηκούστους βιαιοπραγίας, δηώσεις κατά των δυστυχών Χριστιανών χωρικών, εκάστη δε ομάς τούτων κατελάμβανε ανά έν χωρίον επολιόρκει αυτό και δι’ απειλών ελάμβανε όσα χρήματα εζήτει, είτα εισέβαλεν εις αυτό και ήρπαζε πάν το προστυχόν όπως ίππους, όνους, ημιόνους, βόας, καζάνια, τεντζερέδες και λοιπά, έδερεν ανηλεώς αυτούς, εβίαζε γυναίκας και παρθένους. Κατόπιν μετέβαινεν εις άλλο Χριστιανικό χωρίον και διέπραττον αύθις τα αυτά κακουργήματα. Τα Χριστιανικά χωρία Σαλή Κουτζιούκ-κιοϊ(σημερινό Κόσμιο), Χατζηλάρ (σημερινοί Προσκυνητές), Κουσλανλή(σημερινή Ξυλαγανή), Καραγάτζ-κιοϊ (σημερινή Διώνη), Χιρκάς (σημερινή Κίρκη) και Καλαϊντζή- Ντερέ (τα εγκαταλελειμμένα Κασσιτερά) υπέφερον τα πάνδεινα και μέχρι τούτης της στιγμής υποφέρουσιν, ένεκεν της αδιαφορίας της Τοπικής Αρχής Γκιουμουρτζίνης».              
          Η Θράκη σήκωνε το βαρύ σταυρό του μαρτυρίου της.